Εύρεση Συστατικού

< Κεντρικό
Εκτύπωση

Γλυκοζαμίνη

Ι∆ΙOΤΗΤΕΣ ΓΛΥΚOΖΑΜΙΝΗΣ

Η γλυκοζαμίνη (αμινο–μονοζαχαρίτης) είναι δομικό συστατικό του κολλαγόνου, που με τη σειρά του είναι το κύριο συστατικό του συνδετικού ιστού. Ένας τύπος συνδετικού ιστού είναι και οι χόνδροι, οι οποίοι βρίσκονται στις αρθρώσεις, στους τένοντες, στη μύτη και στα αυτιά.

Στις αρθρώσεις οι χόνδροι σχηματίζουν μια λεπτή, ολισθηρή, μαλακή, αλλά πολύ ανθεκτική επένδυση, ώστε να εξασφαλίζουν την άνετη κίνηση των οστών, χωρίς αυτά να έρχονται σε απευθείας επάφη και να τρίβονται. Η γλυκοζαμίνη συμβάλλει στην ανθεκτικότητα, ενώ η χονδροϊτίνη στην ελαστικότητα των χόνδρων.

Η φθορά των χόνδρων, είτε οφείλεται στην ηλικία, είτε σε παλιά ή πρόσφατα τραύματα, είτε σε υπερβολική χρήση, προκαλεί την οστεοαρθρίτιδα με αλλοιώσεις των οστών, λόγω τριβής και φλεγμονών, και με ενδεχόμενες επιπλοκές σε άλλες παθήσεις των αρθρώσεων, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα.

Η γλυκοζαμίνη, λαμβανόμενη σαν συμπλήρωμα, απορροφάται σχεδόν εξ ολοκλήρου από το λεπτό έντερο, φθάνοντας δε στις αρθρώσεις βοηθάει στη συντήρηση της δομής των χόνδρων και στην καλύτερη λειτουργία τους. Έρευνες έχουν δείξει ότι η γλυκοζαμίνη έχει αντιοξειδωτικές και, ενδεχομένως, αντιφλεγμονικές ιδιότητες.

Σύφωνα με τα αποτελέσματα έξι διπλά-τυφλών ερευνών που διήρκεσαν 4, τουλάχιστον, εβδομάδες, σημειώθηκε σημαντική μείωση του πόνου σε ομάδες οστεοαρθριτικών που λάμβαναν θειική γλυκοζαμίνη, σε σχέση με τις ομάδες που λάμβαναν placebo (JAMA, 2000, 283:1469-75).

Σε διπλά-τυφλή μελέτη τυχαίου δείγματος που έγινε με πάσχοντες από οστεοαρθρίτιδα στο γόνατο, χορηγήθηκαν 1500 mg θειικής γλυκοζαμίνης ή 1200 mg ενός πολύ γνωστού μη στεροειδούς αντιφλεγμονικού φαρμάκου. Το χημικό φάρμακο έδρασε γρηγορότερα, όμως στο τέλος της μελέτης που διήρκεσε 8 εβδομάδες δεν υπήρξε διαφορά μεταξύ γλυκοζαμίνης και χημικού φαρμάκου, ως προς την ανακούφιση που προσέφεραν από τον πόνο.

Αν τώρα ληφθούν υπ’ όψιν οι σοβαρές παρενέργειες των μη στεροειδών αντιφλεγμονικών φαρμάκων, όπως η αιμορραγία στομάχου και η περαιτέρω καταστροφή των αρθρώσεων, γίνεται φανερή η υπεροχή της γλυκοζαμίνης, η οποία, εκτός των αναλγητικών αποτελεσμάτων και της ανακοπής του εκφυλισμού των χόνδρων, φαίνεται ότι βοηθά και στην ανάπλαση (αναγέννηση) των χόνδρων και στη συνολική βελτίωση της λειτουργίας των αρθρώσεων.

Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως, ότι για να υπάρξει ανάπλαση του χόνδρου θα πρέπει να λειτουργούν τα χονδροκύτταρα, δηλαδή τα κύτταρα που παράγουν χόνδρο και βρίσκονται διάσπαρτα μέσα στο χόνδρο. Αν η οστεοαρθρίτιδα είναι πολύ προχωρημένη και τα χονδροκύτταρα έχουν καταστραφεί, τότε η αναγέννηση του χόνδρου είναι αδύνατη.

Η γλυκοζαμίνη χρησιμοποιείται συχνά μαζί με χονδροϊτίνη ή και με άλλα συστατικά που έχουν ρόλο κατά της οστεοαρθρίτιδας, όπως η βιταμίνη C, το MSM, το μαγγάνιο, η αλόη βέρα κ.ά. Σύμφωνα με μια πειραματική μελέτη, ο συνδυασμός γλυκοζαμίνης και χονδροϊτίνης δίνει καλύτερα αποτελέσματα από τη γλυκοζαμίνη ή τη χονδροϊτίνη μόνες τους.

Δύο μορφές γλυκοζαμίνης έχουν χρησιμοποιηθεί περισσότερο σε κλινικές μελέτες και θεωρούνται ότι δίνουν τα καλύτερα αποτελέσματα: η θειική γλυκοζαμίνη και η υδροχλωρική γλυκοζαμίνη.

ΑΝΤΕΝ∆ΕΙΞΕΙΣ – ΠΡOΦΥΛΑΞΕΙΣ

Υπάρχουν κάποιες πιθανότητες η γλυκοζαμίνη να μειώνει τα επίπεδα ανοχής στη γλυκόζη. Αυτό παρατηρήθηκε σε ζώα όταν η γλυκοζαμίνη χορηγήθηκε ενδοφλέβια, όχι όμως όταν χορηγήθηκε από το στόμα. Εν πάση περιπτώσει, οι διαβητικοί που θέλουν να πάρουν γλυκοζαμίνη θα ήταν καλό να συμβουλευτούν το γιατρό τους και να παρατηρούν τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα τους, ώστε, αν χρειαστεί, να τροποποιήσουν τις δόσεις των φαρμάκων τους.

Πηγή: Κατάλογος-Οδηγός Nature’s Plus, ελληνική έκδοση 2011